Η δυναμική του χρέους και η καταστροφική δεκαετία του 80.

Η αύξηση του χρέους από το 30% το 1980 στο 70% το 1989 ήταν απόλυτα καθοριστική για τις εξελίξεις και σε τελική ανάλυση για τα σημερινά οικονομικά προβλήματα.

 

 

Θα πρέπει όμως να τονισθεί με ιδιαίτερη έμφαση ότι το πραγματικό χρέος και κυρίως η αυξητική δυναμική του ήταν τέτοια που το ώθησαν σε μια τριετία (1990-1993) να φτάσει στο ύψος του 110% δίχως να είναι και αυτό τελικά η απόλυτη πραγματικότητα αφού ακόμα υπήρχαν, σε σημαντικά μικρότερο βαθμό βέβαια, οι παράγοντες που το διόγκωσαν (για παράδειγμα οι επισφαλείς εγγυήσεις είχαν μεν μειωθεί αλλά εξακολουθούσαν να αντιστοιχούν στο 10% του Α.Ε.Π.).

Κατ’ αρχήν θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το πραγματικό δημόσιο χρέος το 1989 άγγιζε το 90% του Α.Ε.Π., αφού οι εγγυήσεις (στα δανεικά κι αγύριστα των ΔΕΚΟ τύπου ΟΛΥΜΠΙΑΚΗΣ) ξεπερνούσαν το 1990 το 20% του Α.Ε.Π. και η κατάπτωση τους προστέθηκε τελικά στο δημόσιο χρέος.

Ένας δεύτερος σημαντικός παράγοντας ήταν ασφαλώς οι τόκοι που έπρεπε να καταβληθούν για παλαιά δάνεια και που για να καλυφθούν έπρεπε να υπάρχει αντίστοιχο πρωτογενές πλεόνασμα (διαφορετικά καλύπτονται με επιπλέον δανεισμό που αυξάνει το χρέος) ενώ αντίθετα υπήρχε ένα πρωτοφανές έλλειμμα ύψους 17,5% του Α.Ε.Π.

Τέλος ένας τελευταίος, ίσως ο σημαντικότερος, παράγοντας είναι η «δυναμική» του χρέους η οποία εξαρτάται από το πρωτογενές έλλειμμα όταν αυτό είναι ανελαστικό, οφείλεται δηλαδή σε παράγοντες οι οποίοι δεν είναι συγκυριακοί και γι’ αυτό είναι δύσκολο να επανακαθοριστούν τα μεγέθη τους, (π.χ. δαπάνες υγείας, συντάξεων, μισθών). Εδώ η αρνητική συμβολή του «Τσοβόλα δώστα όλα» ήταν καθοριστική.

Τέλος η δυσκολία δανεισμού η οποία οδηγεί σε υψηλά έως τοκογλυφικά επιτόκια οδήγησε μοιραία στη διόγκωση του χρέους.

Όλοι αυτοί οι παράγοντες οδήγησαν στην ουσία την Ελλάδα στην άτυπη χρεωκοπία το 1990.

Γιατί τότε το χρέος όπως ήδη αναφέραμε ήταν περίπου το 90% του Α.Ε.Π. το έλλειμμα στο 17,5% του Α.Ε.Π. και η χώρα είχε στην ουσία αποκλειστεί από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι αναγκάστηκε η τότε κυβέρνηση να εκδώσει 3ετή ομόλογα με ετήσιο επιτόκιο 25%!!!! Τα οποία διατέθηκαν στο κοινό δηλαδή και σε μικρούς και μεγάλους αποταμιευτές οι οποίοι δανείζοντας το κράτος π.χ. 1.000.000 σε μια τριετία σχεδόν διπλασίαζαν τα χρήματα τους. Ενώ την ίδια στιγμή διπλασιαζόταν η αντίστοιχη οφειλή του κράτους.

Η ανάλυση αυτή είναι αναγκαία για να γίνει κατανοητό πως παρά τη σχετικά περιοριστική πολιτική που ασκήθηκε την τριετία 1990-1993 το δημόσιο χρέος αυξήθηκε στο 110%.

Αιτίες όπως ήδη αναφέρθηκε ήταν, αφ’ ενός το έλλειμμα το οποίο δεν ήταν δυνατό να μηδενισθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα αφού οφειλόταν σε διαρθρωτικά προβλήματα και αφ’ ετέρου, η ανακύκλωση του χρέους η οποία έγινε κατ’ ανάγκη με τόσο υψηλά επιτόκια, λόγω της αναξιοπιστίας της οικονομίας, που σε μία τριετία το κεφάλαιο δανεισμού σχεδόν διπλασιαζόταν.

Επίσης καθοριστικός παράγοντας ήταν η καθήλωση του Α.Ε.Π. την δεκαετία του 80 και η ανυπαρξία επενδύσεων δημόσιων και ιδιωτικών. Είναι χαρακτηριστικό ότι την δεκαετία του 80 δεν έγινε σχεδόν κανένα μεγάλο έργο υποδομής, ενώ το εχθρικό για την επιχειρηματικότητα και το κέρδος κλίμα, τόσο από την επίσημη πολιτεία όσο και από τα πανίσχυρα παρακρατικά κομματικά δίκτυα του ΠΑΣΟΚ που λυμαίνονταν τις επιδοτήσεις (συνεταιρισμοί) και τα προγράμματα, οδήγησε στην αποεπένδυση και στην αποθάρρυνση κάθε υγιούς επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Με λίγα λόγια τη δεκαετία του 80 το ΠΑΣΟΚ μοίρασε «δανεική» ευημερία στο λαό εκμαυλίζοντας και διαφθείροντας ήθη και συνειδήσεις αδιαφορώντας για το γεγονός ότι υπονόμευε το μέλλον του τόπου.

Δεν απαιτείται να έχει κάποιος ειδικές γνώσεις στα οικονομικά, για να αναλύσει τον πίνακα των στοιχείων που παρατίθεται (στοιχεία Ο.Ο.Σ.Α.) και όπου ανάγλυφα αναδεικνύεται πως, ενώ τις δεκαετίες του 60 και του 70 η χώρα αναπτυσσόταν με ρυθμούς που μας οδηγούσαν σε γρήγορη σύγκλιση με την Ε.Ε., την δεκαετία του 80 δεν χάθηκε μόνο πολύτιμος χρόνος αλλά και κερδισμένο με κόπους έδαφος, αφού η ανάπτυξη μας ήταν λιγότερη από το 1/3 της αντίστοιχης Ευρωπαϊκής.

Την δε δεκαετία του 90, με αφετηρία την τριετία 90-93 αλλά και χάρις στο γεγονός ότι το Π.Α.Σ.Ο.Κ. έχοντας συνειδητοποιήσει τα αδιέξοδα στα οποία οδήγησε τη χώρα (με τις πολιτικές που μας αδελφοποιούσαν με τον ΚΑΝΤΑΦΙ και τον ΑΣΑΝΤ), χωρίς να έχει απαρνηθεί εντελώς τις πολιτικές του παρελθόντος, ακολούθησε μια πιο ρεαλιστική πολιτική και αυτό αποτυπώθηκε σε κάποιο σχετικό βαθμό με την ανάπτυξη ή οποία χωρίς να προσεγγίσει σε καμία περίπτωση τους ρυθμούς των δεκαετιών του 50 του 60 και του 70 επανήλθε, με τη βοήθεια και της Ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, σε ανεκτά επίπεδα. Και αυτό δεν ήταν εύκολο με την αντίθεση της αρνητικής κοινωνικής νοοτροπίας την οποία είχε καλλιεργήσει ο ανελέητος λαϊκισμός που το ΠΑΣΟΚ είχε ανενδοίαστα χρησιμοποιήσει σαν όχημα για την κατάληψη και την διατήρηση στη συνέχεια της εξουσίας και με ένα κράτος το οποίο είχε διαλύσει μετά το 1981 ο χωρίς όρια κομματισμός.

ΕΤΗΣΙΑ ΑΥΞΗΣΗ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ Α.Ε.Π. (Ο.Ο.Σ.Α.)

ΔΕΚΑΕΤΙΑ

ΕΛΛΑΔΑ

Ε.Ε

1960-69

8,6

4,8

1970-79

4,8

3

1980-89

0,7

2,5

1990-99

2

1,9

 

Στην πραγματικότητα από το 1990 και μετά η Ελληνική οικονομία βρισκόταν αντιμέτωπη με το δίλλημα ανάμεσα στην προσπάθεια για δραστική μείωση του χρέους που κινδύνευε να οδηγήσει την χώρα σε βαθειά ύφεση και σε τελική ανάλυση σε στάση πληρωμών ή στην «φυγή προς τα μπρός» με αύξηση των κρατικών δαπανών με στόχο την προώθηση της ανάπτυξης και τη μείωση τελικά του χρέους ως ποσοστού του Α.Ε.Π. έστω και αν θα αυξανόταν σε απόλυτα μεγέθη.

Είναι δεδομένο ότι αυτό παράλληλα θα απαιτούσε και εκλογίκευση των δαπανών στα πλαίσια μιας ήπιας πολιτικής θεσμικών μεταρρυθμίσεων και οικονομικών αναδιαρθρώσεων.

Η πρώτη επιλογή είναι αυτή που ακολούθησε η σημερινή κυβέρνηση με την υπογραφή του μνημονίου και είναι σήμερα πασίδηλο που οδηγεί.

Στα πλαίσια, της δεύτερης επιλογής, έγιναν τα πρώτα βήματα με παρεμβάσεις τόσο στην εισοδηματική πολιτική όσο και στο ασφαλιστικό σύστημα. Ταυτόχρονα άνοιξε το θέμα των αποκρατικοποιήσεων ενώ δρομολογήθηκαν μεγάλα δημόσια έργα που την προηγούμενη δεκαετία είχαν βαλτώσει. Η πολιτική αυτή στροφή πολεμήθηκε λυσσαλέα από το ΠΑΣΟΚ εντός και εκτός Βουλής, ωστόσο ακολουθήθηκε και από το ίδιο, μετά τη νίκη του στις εκλογές του 1993 τόσο από τον ίδιο τον Α. Παπανδρέου όσο και από τον διάδοχο του Κ. Σημίτη.

Παρ’ όλα αυτά το χρέος ως ποσοστό του Α.Ε.Π. το 2004 εξακολουθούσε να είναι στο 110%. Την ίδια χρονιά το έλλειμμα ξεπερνούσε το 7% χωρίς σε αυτό να υπολογίζονται τα χρέη των ΔΕΚΟ (αυτό για πρώτη φορά έγινε το 2009) ούτε οι αμαρτωλές συμβάσεις swaps με την Goldman Sacks για την απόκρυψη και μετακύλυση ενός μέρους του χρέους που είχε συναφθεί εν όψει της ένταξης στην ΟΝΕ.

Η δυναμική του χρέους και των ελλειμμάτων, καθώς επίσης και η λανθασμένη και αδιέξοδη επιλογή της βίαιης συρρίκνωσης της αγοραστικής δύναμης μισθωτών και των συνταξιούχων για την αντιμετώπιση τους από την κυβέρνηση, αποδεικνύεται σήμερα πέρα και πάνω από κάθε αμφισβήτηση.

Το χρέος μέσα σε 18 μήνες αυξήθηκε κατά 55 δισ. και το έλλειμμα αγγίζει το 15% του Α.Ε.Π..

Οι υποθήκες που μπήκαν τη δεκαετία του 80 στο μέλλον της χώρας δεν έγινε κατορθωτό να αρθούν τις επόμενες δύο δεκαετίες. Το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο αλλά μπορούσε να γίνει πραγματικότητα αν σε όλο το διάστημα που μεσολάβησε υπήρχε σταθερή στόχευση και συστράτευση.

Οι αιτίες της αποτυχίας είναι πολλές αλλά ίσως η βασικότερη είναι η ηθική και κοινωνική διάβρωση που δημιούργησε ο ανεύθυνος και αμοραλιστικός λαϊκισμός που σάρωσε τις αρχές και τις αξίες πάνω στις οποίες βασίζεται η λειτουργία μιας σύγχρονης δημοκρατίας.

Όσον αφορά τον πρωθυπουργό και το κυβερνητικό κόμμα θα μπορούσε κάποιος με βαθιά πίκρα και χωρίς ίχνος μνησικακίας να παραθέσει δύο λαϊκές ρήσεις, «αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα» και «όπως έστρωσες θα κοιμηθείς».

Το κακό είναι ότι τον λογαριασμό τον πληρώνει ο ελληνικός λαός και οι ιδιαίτερα οι νέοι.

 

ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ 1-08-2011

http://www.antonakos.edu.gr e-mail: antonis@antonakos.edu.gr