Εκτύπωση
Κατηγορία: Αρθρογραφία
Εμφανίσεις: 1780

 

 

 

Η ΣΤΟΧΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

(Εισήγηση στην Ε.Ε. της ΑΔΕΔΥ)

 Συνεχίζεται εδώ και ένα χρόνο με αμείωτη ένταση η ενορχηστρωμένη από την Κυβέρνηση ολομέτωπη επίθεση εναντίον των Δημοσίων Υπαλλήλων.

Η επίθεση αυτή διανθίζεται κατά καιρούς με τις αμετροεπείς δηλώσεις του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης ο οποίος προ πολλού έχει χάσει το μέτρο και το όριο που θα έπρεπε να του επιβάλουν τόσο η θέση όσο και τα πεπραγμένα του.

Στην επίθεση αυτή, που κύριο στόχο έχει εκτός των άλλων και την μετατόπιση ευθυνών, η Κυβέρνηση χρησιμοποιεί όσα μέσα διαθέτει και όσα μπορεί να επηρεάσει με θεμιτούς ή αθέμιτους τρόπους.

 Η ένταση της επίθεσης αυξάνεται όσο, όπως από την αρχή είχε επισημάνει η ΑΔΕΔΥ, η πολιτική της σκληρής λιτότητας (ενώ η παραοικονομία στερεί περίπου 30 δισ. το χρόνο από την κοινωνία), η αποδόμηση του ασφαλιστικού συστήματος (την ίδια στιγμή που η εισφοροδιαφυγή ξεπερνά τα 8 δισ. ετησίως), η κατάλυση του κοινωνικού κράτους, η ενίσχυση ενός άδικου φορολογικού συστήματος, (είναι χαρακτηριστικό ότι για το 2008 οι μισθωτοί και συνταξιούχοι κατέβαλλαν το 53% των αμέσων φόρων δηλαδή 6,93 δισ. έναντι 4,1 δισ. των επιχειρήσεων και 2,19 δισ. των λοιπών φυσικών προσώπων), με την διόγκωση των εμμέσων φόρων, αποδεικνύεται όχι απλώς αναποτελεσματική αλλά καταστροφική οδηγώντας την οικονομία σε βαθύτερη ύφεση και την κοινωνία σε απόγνωση.

Έτσι αν και αποκαλύφθηκε με την απογραφή, επιτυγχάνοντας τελικά το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επεδίωκε η κυβέρνηση, το επικοινωνιακό τέχνασμα που ήθελε τον αριθμό των Δημοσίων υπαλλήλων να ξεπερνά το 1.000.000, ότι δεν ευθύνεται το μέγεθος του Δημοσίου για το δημόσιο χρέος και για το έλλειμμα, η κυβέρνηση επιμένει, «διαρρέοντας» ειδήσεις και πληροφορίες, να αποπροσανατολίζει προαναγγέλλοντας μειώσεις εκατοντάδων χιλιάδων στα επόμενα χρόνια ή μετατάξεις που υποτίθεται ότι θα κάνουν το κράτος λειτουργικότερο.

Κανένας βεβαίως δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι σε αρκετές περιπτώσεις το κράτος δεν παρέχει την ποιότητα των υπηρεσιών που θα έπρεπε και θα μπορούσε. Και ασφαλώς είναι βασικό ζητούμενο η ουσιαστική βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών. Σε αυτή την κατεύθυνση η ΑΔΕΔΥ όχι μόνο είναι προσανατολισμένη αλλά είναι και αποφασισμένη να πρωταγωνιστήσει. Οι Δημόσιοι Υπάλληλοι γνωρίζουν πάρα πολύ καλά τόσο την υποχρέωση τους απέναντι στο κοινωνικό σύνολο όσο και την καθοριστική σημασία που θα έχει η σωστή λειτουργία των υπηρεσιών στις σχέσεις τους με τους πολίτες και στη βελτίωση της θέσης τους τόσο στον οικονομικό όσο και στον εργασιακό τομέα.

Όμως όπως στον τομέα της οικονομίας η εισοδηματική αφαίμαξη των εργαζομένων του Δημοσίου, την ίδια στιγμή που η παραοικονομία του 40% η φοροδιαφυγή των 10-12% και η εισφοροδιαφυγή του 4-5% του Α.Ε.Π., σύμφωνα με τον Γ.Γ. Εσόδων παραμένει αλώβητη, δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα αλλά φαίνεται να οδηγεί σε αδιέξοδα, έτσι και στον τομέα της λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών το πρόβλημα δεν είναι ούτε ο αριθμός ούτε η μη εξατομικευμένη μισθολογική αντιμετώπιση.

Το ουσιαστικό και καθοριστικό πρόβλημα είναι η ανυπαρξία αυτονομίας του κράτους έναντι της πολιτικής ιεραρχίας από την οποία και απορρέει η αδυναμία λειτουργίας και διαχείρισης ανεξάρτητα από τις πολιτικές μεταβολές ακόμα και από τις εναλλαγές Υπουργών στη διάρκεια ενός κοινοβουλευτικού κύκλου.

Είναι δε ιδιαίτερα ανησυχητικό το γεγονός ότι δεν φαίνεται, από τις ενέργειες και τις εξαγγελίες της Κυβέρνησης, να υφίσταται η πρόθεση να αναλάβει πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση, την κατεύθυνση δηλαδή που επιτέλους θα αναθέσει σε μια σταθερή και ανεξάρτητη δημόσια διοίκηση την υλοποίηση των πολιτικών αποφάσεων και την εφαρμογή των νόμων. Είναι όμως ακόμα πιο ανησυχητική η υπόθεση ότι, αυτό που απουσιάζει δεν είναι κυρίως η πολιτική βούληση να αφεθεί επιτέλους μετά από 30 χρόνια η διαχείριση στον φυσικό φορέα της αλλά αντίθετα αυτό που απουσιάζει είναι η κατανόηση των αιτίων της δυσλειτουργίας των δημοσίων υπηρεσιών.

Είναι σαφές ότι αυτό που είναι αναγκαίο εδώ και δεκαετίες στη χώρα είναι ένας «Καλλικράτης» για τη δημόσια διοίκηση. Απαιτείται πριν απ’ όλα η επαναοριοθέτηση των σχέσεων μεταξύ της Νομοθετικής και της Εκτελεστικής εξουσίας. Απαιτείται δηλαδή ο περιορισμός των θέσεων ευθύνης οι οποίες εκ των πραγμάτων καταλήγουν να έχουν πολιτικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει σε όλες τις ώριμες δημοκρατίες. Είναι απαράδεκτο στον 21ο αιώνα και σε μια χώρα με δημοκρατική παράδοση ακόμα και οι απλές εναλλαγές επικεφαλής των Υπουργείων να δημιουργούν μικρές «πλατείες Κλαυθμώνος» γι’ αυτούς που διαχειρίζονται θέσεις ευθύνης. Είναι απόλυτα αναγκαίο ακόμα το πολιτικό προσωπικό, αντί να αναλώνεται με τη διαχείριση και την εκμετάλλευση ενός αναποτελεσματικού δυσλειτουργικού και ευθυνόφοβου κράτους, να ασχοληθεί ουσιαστικά και αποφασιστικά με τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου θεσμικού πλαισίου λειτουργίας, που θα καταργεί τον τερατώδη λαβύρινθο της συχνά ασαφούς, αντιφατικής και στις περισσότερες περιπτώσεις αντιπαραγωγικής νομοθεσίας, η οποία τροφοδοτεί το «Μινώταυρο» της γραφειοκρατίας, αναδεικνύοντας το κοινωνικό συμφέρον ως πρωταρχικό κριτήριο χρηστής διαχείρισης, προωθώντας ταυτόχρονα και πριμοδοτώντας τη δημιουργικότητα και την πρωτοβουλία.

Επιβάλλεται λοιπόν μια ριζική δημοκρατική αναδιοργάνωση των δημόσιων υπηρεσιών. Και σε αυτήν είναι σαφές ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι με τους εκπροσώπους τους θα συμμετάσχουν ουσιαστικά και δημιουργικά.

Όμως προϋπόθεση είναι ότι, ο δημοκρατικός και κοινωνικός χαρακτήρας των υπηρεσιών του δημοσίου, που αποτελεί για τη συμμετοχή μας καθοριστικό παράγοντα, πρέπει να είναι ειλικρινής και αδιαπραγμάτευτος στόχος και να μην υποκρύπτει σε καμία περίπτωση την ιδιοτέλεια της διαιώνισης, έστω και σε μικρότερο βαθμό του πελατειακού ή του κομματικού κράτους.

Προϋπόθεση είναι να γίνει σαφές τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην κοινή γνώμη ότι το κύριο πρόβλημα δεν είναι το μέγεθος ούτε το κόστος των Δημόσιων Υπηρεσιών, αλλά η ποιότητα λειτουργίας τους.

Ο ολοκληρωμένος και ρεαλιστικός σχεδιασμός, με πρόταγμα την εξυπηρέτηση των πολιτών και την αποτελεσματικότερη λειτουργία του κράτους στην κατεύθυνση της εξυπηρέτησης μιας παραγωγικότερης οικονομίας, είναι το πλαίσιο το οποίο πρέπει να καθορίσει τις πολιτικές προσλήψεων, μετατάξεων, εκπαίδευσης-μετεκπαίδευσης και αμοιβών στο Δημόσιο. Υπ’ αυτήν την έννοια δημόσιες πολιτικές που θα εντάσσονται σε αυτό το στρατηγικό στόχο και θα αφορούν δομές, οργανογράμματα, καθήκοντα και αρμοδιότητες μπορεί να είναι αποτελεσματικές.

Αυτό όμως σημαίνει ότι αποσπασματικές πολιτικές, που εντάσσονται σε ευκαιριακές επικοινωνιακές σκοπιμότητες και οι οποίες δημιουργούν εργασιακά, επαγγελματικά και οικογενειακά προβλήματα, οι οποίες δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της ποιοτικής υποβάθμισης των Δημόσιων Υπηρεσιών, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές.

 

ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ

26-1-2010