Ο «Γέρος» και η Δημοκρατία 2.

Ή η αρχή του κακού

Ξαναπιάνοντας τον μίτο της ιστορίας εκεί που τον είχαμε αφήσει, δηλαδή στην εκλογή του Γεωργίου Παπανδρέου με το «αντίπαλο στρατόπεδο» του Συναγερμού, ας ακολουθήσουμε και την υπόλοιπη διαδρομή του μέχρι τις εκλογές του 1961 και τον «Ανένδοτο» που τον ανέδειξε σε «Γέρο της Δημοκρατίας». Πριν από αυτό μια μαρτυρία για την πατρότητα του συνθήματος «τι Παπάγος, τι Πλαστήρας» η οποία ανατρέπει την κρατούσα άποψη. Γράφει συγκεκριμένα ο Ν. Θ. Σούμπλης:

«O Γεώργιος Παπανδρέου συνεργαζόμενος στις εκλογές του 1952 με το Συναγερμό του A. Παπάγου και ερωτηθείς από δημοσιογράφους για τη μεταστροφή του, είπε το «τι Παπάγος, τι Πλαστήρας», για να συμπληρώσει ο σ. N. Ζαχαριάδης το «άσπρος σκύλος, μαύρος σκύλος, όλοι οι σκύλοι μια γενιά». Νικήτας-Θανάσης Σούμπλης. Καθόλου απίθανο, το αντίθετο μάλιστα αν σκεφτούμε την «απεριόριστη αγάπη και αλληλοσεβασμό» που έτρεφαν μεταξύ τους οι επιζώντες επίγονοι του Ε. Βενιζέλου.

Το 1953 λοιπόν αποχωρεί από το Συναγερμό «επανιδρύει» το κόμμα του (ποιο και πως; Αυτό που το 1951 είχε «θριαμβεύσει» με 2,1%;) και το συγχωνεύει με το Κόμμα Φιλελευθέρων του Σ. Βενιζέλου αναλαμβάνοντας συναρχηγός (sic ή sick διαλέγετε). Και όπως ήταν φυσικό η «κλοτσοπατινάδα» συνεχίζεται με νέους γύρους παρά το γεγονός ότι ο ισχυρότερος (και καλύτερος) από τους επιγόνους του Βενιζέλου ο Ν. Πλαστήρας πεθαίνει το 1953.  Ή ίσως και γι’ αυτό, αφού οι βασικοί διεκδικητές του «δαχτυλιδιού» περιορίζονται σε δύο.

Στις εκλογές του 1956, έχουν να αντιμετωπίσουν τον Κ. Καραμανλή επικεφαλής της Ε.Ρ.Ε. ο οποίος διαδέχθηκε τον αποθανόντα το 1955 Παπάγο στην πρωθυπουργία. Κατά τα «ειωθότα», του χώρου και των εκπροσώπων του, διαμορφώνουν έναν συνασπισμό 7!!! κομμάτων από την Ε.Δ.Α. (προκάλυμμα του Κ.Κ.Ε.) έως το Λαϊκό Κόμμα του Κ. Τσαλδάρη. Υποτιθέμενος στόχος να κερδίσουν τις εκλογές και να διεξάγουν νέες με απλή αναλογική. Προφανώς όχι από ακραιφνή δημοκρατική συνείδηση αλλά γιατί μόνο έτσι θα εξασφαλίσουν την σύμπραξη ορισμένων. Κατά τα άλλα ακυβερνησία και «γαία πυρί μειχθήτω». Παρά το γεγονός ότι κερδίζουν την πλειοψηφία με βραχεία κεφαλή, λόγω εκλογικού συστήματος αυτό δεν μεταφράζεται σε πλειοψηφία στη Βουλή και η Ε.Ρ.Ε. σχηματίζει εκ νέου κυβέρνηση.

Φτάνουμε έτσι στις εκλογές του 1958 οι οποίες αποδείχθηκαν κομβικές. Στις αρχές του έτους (27/2) ο Κ. Καραμανλής έρχεται σε συμφωνία με τον συναρχηγό των Φιλελευθέρων Γ. Παπανδρέου για ψήφιση συστήματος ενισχυμένης αναλογικής το οποίο θα πριμοδοτήσει τα δύο πρώτα κόμματα. Οι υπουργοί Ράλλης και Παπαληγούρας διαφωνούν και παραιτούνται. Σχετικά ο βιογράφος του Καραμανλή Μωρίς Ζεβενουά, «περιγράφει μια ατμόσφαιρα συνωμοσίας όπου «πολιτικοί, επιχειρηματίες, αυλικοί, Αμερικανοί επίσης, συναντιούνται, γευματίζουν, δειπνούν μαζί». Ο ίδιος ο Καραμανλής στο «Αρχείο» του εντάσσει στους συνωμότες τον ανακτορικό υποπτέραρχο Χαράλαμπο Ποταμιάνο ενθαρρυνθέντα «και από τη Βασίλισσα [...], αλλά νομίζω [...] εν αγνοία του Βασιλέως». Από νεότερες -ανέκδοτες μαρτυρίες- συνάγεται ότι οι δύο υπουργοί του Καραμανλή είχαν επαφές με νέο τότε ηγετικό στέλεχος του Κέντρου (σ.σ. ποιος να ήταν άραγε μήπως ο Κ.Μ.;) το οποίο είχαν καταστήσει κοινωνό των «ανησυχιών» τους σε σχέση με τον πρωθυπουργό, ενώ δεν λείπουν οι ερμηνείες που θέλουν τους Αμερικανούς να επιθυμούν «συνετισμό» του Καραμανλή σε σχέση με το Κυπριακό και τον κυπριακό απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ ο οποίος βρισκόταν τότε σε έξαρση.» Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Οι Ράλλης και Παπαληγούρας με 13 ακόμα βουλευτές της Ε.Ρ.Ε. την 1η Μαρτίου αίρουν την εμπιστοσύνη τους στην κυβέρνηση. Με το νέο εκλογικό σύστημα διαφωνεί και ο συναρχηγός των Φιλελευθέρων Βενιζέλος. Επιχειρούν να κρατήσουν τον Καραμανλή αιχμάλωτο αλλά αυτός (όντας πραγματικός ηγέτης) «…-παρά την επιδίωξη των εσωκομματικών του αντιπάλων και του Σοφοκλή Βενιζέλου για συγκρότηση νέας κυβερνήσεως από τη Βουλή του 1956, αλλά και την προσφορά ορισμένων να τον στηρίξουν- υποβάλλει παραίτηση και εισηγείται στον βασιλέα εκλογές». Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ο εκλογικός νόμος ψηφίζεται, η Βουλή διαλύεται και στις εκλογές που ακολούθησαν (11/5) η Ε.Ρ.Ε. κυριαρχεί, η Ε.Δ.Α. έρχεται δεύτερη με 24,42% και το Κόμμα Φιλελευθέρων με 20,67% τρίτο. Το αποτέλεσμα οφείλεται σε διάφορους συγκυριακούς παράγοντες αλλά, σε σημαντικό βαθμό, και στην αέναη σύγκρουση των συναρχηγών του Κ.τ.Φ. για την πρωτοκαθεδρία. Επίσης καθοριστικό ρόλο έπαιξε και το γεγονός ότι τρεις μικρότεροι «οπλαρχηγοί» του χώρου, -συγκεκριμένα οι Σ. Αλλαμανής, Σ. Παπαπολίτης, και Α. Μπαλτατζής- μαζί με τον Σ. Μαρκεζίνη κατέβηκαν με άλλο σχηματισμό ο οποίος κατέλαβε την τέταρτη θέση με το 10,62% των ψήφων.

Έτσι σε ηλικία 70 ετών πια ο Γ. Παπανδρέου θεωρεί (και θεωρείται;) ότι έχει τελειώσει. Σε προσωπικό επίπεδο ζητάει από τον Καραμανλή να «φέρει» τον Αντρέα από την Αμερική. Σε πολιτικό προτείνει αρχικά στον Καραμανλή την προσχώρησή του στην Ε.Ρ.Ε.[1] και μετά, το 1959 την ψήφιση πλειοψηφικού νόμου και την σύμπραξη με την Ε.Ρ.Ε. για να αποδυναμώσουν-εξαφανίσουν την Αριστερά[2]. Ο Καραμανλής ικανοποιεί το πρώτο αίτημα (δυστυχώς) και απορρίπτει το δεύτερο. Θα δούμε στη συνέχεια έναν από τους βασικούς λόγους για τον οποίο το αίτημα δεν έγινε αποδεκτό και ποιοι άλλοι θεσμικοί και εξωθεσμικοί παράγοντες εγχώριοι και «αλλοδαποί» συνέβαλαν σε αυτή την κατεύθυνση. Και θα κατανοήσουμε γιατί το φαινομενικά καταστροφικό γι’ αυτόν αποτέλεσμα των εκλογών του 58 ήταν στην πραγματικότητα «ο πρώτος λαχνός του λαχείου».

Θα πρέπει να μην ξεχνάμε, για να κατανοήσουμε ορισμένες συμπεριφορές, δύο παράγοντες. Το 1958 ο ψυχρός πόλεμος ήταν στο απόγειό του και η εμπλοκή των δύο υπερδυνάμεων με όλα τα μέσα στα εσωτερικά των άλλων χωρών ήταν ιδιαίτερα έντονη. Από την άλλη πλευρά η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτικών δεν «ορρωδούσε» μπροστά σε τίποτε προκειμένου  να κατακτήσει το «αντικείμενο του πόθου», την εξουσία. Έτσι λίγα χρόνια μετά την αιματηρή συμπλοκή οι καπεταναίοι του χώρου των «κεντρώων» δεν δίσταζαν να συνάψουν συγκυριακές συμμαχίες με εκείνους τους οποίους το 1952 κρατούσαν φυλακισμένους ή εκτοπισμένους ή ακόμα τους εκτελούσαν όπως τον Ν. Μπελογιάννη. Δεν θα μπορούσε κάποιος να αποκλείσει από τη λογική τους ακόμα και το ενδεχόμενο της εκβιαστικής τακτικής. «Δώστε μας την εξουσία ή μερίδιο αλλιώς πάμε με τους άλλους». Η σύμπραξη με την Ε.Δ.Α. το 1856 ήταν ένα τέτοιο σήμα. Αυτό εξηγεί και την επιθυμία κάποιων κύκλων να περιορίσουν τον Κ. Καραμανλή με την ανατροπή της κυβέρνησης το 1958.

Μετά το αποτέλεσμα των εκλογών του 58 και τον θρίαμβο της Ε.Δ.Α. σήμανε συναγερμός. Ο στόχος ήταν «εθνική» κυβέρνηση, «εθνική» αντιπολίτευση. Σε αυτόν συμπαραταχτήκαν οι «αστικές δυνάμεις», το παλάτι και ο συμμαχικός παράγων[3]. Έτσι το σχέδιο προετοιμάζεται συντονισμένα και δεν είναι ασφαλώς τυχαίο ότι την ίδια μέρα που το πρωί ο Κ. Καραμανλής ανακοίνωσε την απόφασή του να εισηγηθεί εκλογές, το απόγευμα ανακοινώθηκε η συγκρότηση της 8κομματικής[4] Ένωσης Κέντρου η οποία θα διοικείτο από 8μελές διευθυντήριο. Ήταν 19 Σεπτεμβρίου 1961 και ήταν δεδομένο ότι έπρεπε να γίνουν οι εκλογές άμεσα προτού το ετερόκλητο και αλληλοϋπονευόμενο συνονθύλευμα της Ε.Κ. σκόρπιζε στους 4 ανέμους. Την επόμενη μέρα ο Κ.Κ. υπέβαλε στον Βασιλιά την παραίτηση της κυβέρνησης και πρότεινε υπηρεσιακή κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Θ. Τσακαλώτο[5]. Την πρόταση αυτή παρά την αρχική αποδοχή της δεν υλοποίησε στη συνέχεια ο Βασιλιάς διορίζοντας υπηρεσιακό πρωθυπουργό τον Δόβα, ενέργεια με την οποία διαφώνησε ο Καραμανλής[6]. Οι εκλογές προκηρύχθηκαν για τις 29 Οκτωβρίου και όπως θα έλεγε κάποιος ουδέτερος παρατηρητής «ο στόχος επετεύχθη» αφού η μεν Αριστερά περιορίστηκε στο 14,62% και 24 έδρες από 24,42% και 60 έδρες το 1958, το δε κατακερματισμένο Κέντρο «συγκολλήθηκε», έστω και προσωρινά, και από το πενιχρό 20,67% και τις 36 έδρες του 1958 εκτινάχθηκε στις 100 έδρες με ποσοστό 33,66%. Μετά το αποτέλεσμα των εκλογών ο Κ.Κ. δήλωσε: "Αισθάνομαι ιδιαιτέραν ικανοποίησιν, διότι εις το εθνικόν αυτό αποτέλεσμα συνέβαλα και εγώ δια του αγώνος μου κατά του κομμουνισμού, αλλά και δια της θεσπίσεως εκλογικού νόμου ωφελίμου εις την εθνικήν αντιπολίτευσιν, διακινδυνεύσας χάριν αυτού του σκοπού την αυτοδύναμον πλειοψηφίαν". Wikipedia

Για τις εκλογές του 1961 έχουν γραφτεί πολλά τα οποία στην πλειοψηφία τους αλλοιώνουν την πραγματικότητα. Είναι γεγονός ότι ο στόχος ήταν να περιοριστεί η δύναμη της Αριστεράς. Από κει και ύστερα όμως η αλήθεια είναι ότι ο κύρια ωφελημένος ήταν η Ε.Κ. και ο μετέπειτα «Γέρος της Δημοκρατίας» ενώ ζημιωμένος ήταν ο Κ.Κ. ο οποίος χρεώθηκε γεγονότα και καταστάσεις για πολλά εκ των οποίων δεν είχε ευθύνη ενώ σε καμία περίπτωση δεν είχε ανάγκη από τα όποια έκτροπα αφού σε κάθε περίπτωση την εποχή εκείνη ήταν απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού σκηνικού[7].

Σε κάθε περίπτωση ο κύρια ωφελημένος ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου ο οποίος από το πουθενά και από «το χρονοντούλαπο της ιστορίας» όπως θα έλεγε και ο Αντρέας βρέθηκε αρχηγός ενός κόμματος (έστω και «συρφετού» 8 «καπετανάτων») και κρατώντας στα χέρια του τον λαχνό ενός λαχείου που, με τη βοήθεια «θεών» και «δαιμόνων» με θεμιτά και αθέμιτα μέσα, σε 2 χρόνια θα του χάριζε το διακαώς επιδιωκόμενο «αντικείμενο του πόθου». Αυτό που το χάρηκε για λίγους μήνες το 1944, ως δοτός πρωθυπουργός, αλλά δεν στάθηκε ικανός ούτε να το κρατήσει τότε ούτε να το διεκδικήσει με σοβαρές αξιώσεις μετά.

Επομένως ο ενδιάμεσος τίτλος: «Μια ομιλία, ένα γράμμα, δύο γάμοι, δύο παιδιά» θα πρέπει να συμπληρωθεί με τις λέξεις «και ένα χρυσό λαχείο».

Αλλά γι’ αυτό θα μιλήσουμε στο τελευταίο σχετικό σημείωμα.

13-09-2016

Αντώνης Αντωνάκος

mailto:antonakosantonis@gmail.com http://www.antonakos.edu.gr



[1] Προς την κατεύθυνση συγκρότησης ενός ενιαίου κόμματος του Κέντρου ούτως ώστε να μπορέσει να εδραιωθεί και να λειτουργήσει ένα δικομματικό πολιτικό σύστημα, εργαζόταν και ο Κ. Καραμανλής. Γι' αυτό, όταν μετά τις εκλογές του 1958 ο Γ. Παπανδρέου θέλησε να προσχωρήσει στην ΕΡΕ, ο Καραμανλής τον απέτρεψε λέγοντάς του: «Θα εξασθενούσατε (σ.σ. με την προσχώρηση στην ΕΡΕ) έτσι, μιαν εθνική αντιπολίτευση που η χώρα επίσης χρειάζεται. Δύο ισχυρά κόμματα, το ένα στην εξουσία, το άλλο εξασφαλίζοντας -για το γενικό καλό- ένα ισορροπημένο αντίβαρο, το ένα διαδεχόμενο το άλλο και ξαναπαίρνοντας τα ηνία όταν η φυσική φθορά της εξουσίας θα επέβαλε μιαν αλλαγή, ιδού ο υγιής κοινοβουλευτισμός που ονειρεύομαι. Και γι' αυτό εύχομαι τον σχηματισμό ενός συμπαγούς κόμματος του Κέντρου, ικανού να ενώσει τα ανομοιογενή στοιχεία του». ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

 

[2] Το καθεστώς της βίας του κράτους και του παρακράτους κατά της Αριστεράς δεν ήταν μόνο εν γνώσει της ΕΡΕ. Το γνώριζαν και το ενέκριναν και οι ηγέτες του Κέντρου, ενώ ένθερμος οπαδός του υπήρξε ο Γ. Παπανδρέου. Ο Κ. Καραμανλής αναφέρει ότι από το καλοκαίρι του 1959 ο Γ. Παπανδρέου του πρότεινε συνεργασία και καθιέρωση του πλειοψηφικού για την αντιμετώπιση του κομμουνιστικού κινδύνου και την εκκαθάριση του κεντρώου χώρου από τον Σ. Βενιζέλο, τον οποίο ο Παπανδρέου θεωρούσε βασικό ανταγωνιστή του. Κι όταν η συζήτηση ήρθε στο χρόνο των εκλογών δε δίστασε να επισημάνει στον αρχηγό της ΕΡΕ ότι «αν δε βοηθούν πολύ τα πράγματα, ημπορεί να μας βοηθήσουν οι χωροφύλακες». ΡΙΣΟΣΠΑΣΤΗΣ

[3] Την ίδια άποψη, ο φερόμενος ως «γέρος της Δημοκρατίας», εξέφραζε και στους συνεργάτες του, στους οποίους έλεγε χωρίς δισταγμό: «Θα κάνωμεν πολιτικήν και εκλογικήν συνεργασίαν με τον Καραμανλήν. Τα στρατόπεδα θα είναι δύο: από το ένα μέρος θα είναι οι εθνικόφρονες και από το άλλο οι κομμουνισταί. Θα κάνωμεν τας εκλογάς με τους χωροφύλακές και με το πιστόλι στο χέρι». ΡΙΣΟΣΠΑΣΤΗΣ

[4] Επρόκειτο για ένα πολυσυλλεκτικό σχήμα αποτελούμενο από τους Φιλελεύθερους του Σ. Βενιζέλου, τους Πλαστηρικούς της ΕΠΕΚ του Σ. Παπαπολίτη, τους Αγροτιστές του Α. Μπαλτατζή, τη Νέα Πολιτική Κίνηση των Μητσοτάκη, Νόβα, Γ. Μαύρου κ.ά, την ομάδα του Γ. Παπανδρέου, το σοσιαλίζοντα Ηλ. Τσιριμώκο, το γνήσιο δεξιογενή Στ. Στεφανόπουλο και άλλους. Λίγες ημέρες αργότερα ο Γ. Παπανδρέου δήλωνε δημοσίως πως άμεση επιδίωξη της Ένωσης Κέντρου ήταν να περιορίσει την ΕΔΑ σε ποσοστό μικρότερο του 20%, ώστε να πάψει να αποτελεί ρυθμιστικό παράγοντα και να μπορούν «τα δύο εθνικόφρονα κόμματα να παλαίουν εντός των πλαισίων της Δημοκρατίας». ΡΙΣΟΣΠΑΣΤΗΣ

[5] Αν και αντικομουνιστής, ο Τσακαλώτος ουδέποτε υιοθέτησε ακροδεξιές ή φιλοδικτατορικές απόψεις. Μάλιστα, στα χρόνια της Μεταπολίτευσης έγινε υποστηρικτής του ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου, και έκανε γραπτή δήλωση στήριξης του ΠΑΣΟΚ στις κρίσιμες βουλευτικές εκλογές του 1985 λέγοντας ότι αισθάνεται τον Ανδρέα σαν αδελφό του. Wikipedia

[6] Την επομένη της ανακοίνωσης της συγκρότησης του ενιαίου πλέον Κέντρου, η κυβέρνηση Καραμανλή παραιτήθηκε προκηρύσσοντας εκλογές για τις 29 Οκτωβρίου 1961. Επρόκειτο για ακόμη μία επιβεβαίωση –μετά τις ευνοϊκές ρυθμίσεις του ψηφισθέντος εκλογικού νόμου τον Ιούνιο του 1961– του ενδιαφέροντος του Κωνσταντίνου Καραμανλή για ένα ενιαίο Κέντρο, το οποίο θα μπορούσε πλέον να αναλάβει τον ρόλο της «εθνικόφρονος» αντιπολίτευσης περιορίζοντας την απήχηση της Αριστεράς. Ως παραχώρηση προς το Κέντρο παρουσιάζει, άλλωστε, ο ίδιος και την εισήγησή του για διορισμό υπηρεσιακής κυβέρνησης από τον βασιλιά Παύλο. Παρά την αρχική συμφωνία των δύο ανδρών περί ανάθεσης της πρωθυπουργίας στον στρατηγό Θρασύβουλο Τσακαλώτο και του υπουργείου Εθνικής Αμύνης στον αρχηγό ΓΕΕΘΑ, αντιστράτηγο Αθανάσιο Φροντιστή, οι τελικές επιλογές του βασιλιά απείχαν από την πρόταση του υπεύθυνου συμβούλου του. Τόσο ο διορισμός ως πρωθυπουργού του αρχηγού του στρατιωτικού οίκου του βασιλιά, στρατηγού Κωνσταντίνου Δόβα, όσο –κυρίως– η ανάθεση του κρίσιμου χαρτοφυλακίου του υπουργείου Εθνικής Αμύνης στον πτέραρχο Χαράλαμπο Ποταμιάνο δημιούργησαν εξαρχής σοβαρές επιφυλάξεις για τους στόχους της υπηρεσιακής κυβέρνησης. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

[7] Επιχειρώντας μία ερμηνεία του αποτελέσματος είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι η άσκηση πίεσης έναντι των ψηφοφόρων της Αριστεράς δεν ήταν κάτι το πρωτοφανές, ούτε κάτι που αφορούσε μόνο την περίοδο των εκλογών. Περίπου δέκα χρόνια από το τέλος του Εμφυλίου, οι διχαστικές λογικές παρέμεναν ισχυρές παρά τις προσπάθειες μετριασμού τους. Παρά ταύτα, η δυναμική της εποχής δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Η Ένωση Κέντρου αποτελούσε μία συνένωση πολιτικών δυνάμεων που μετρούσε μόλις ένα μήνα ενιαίας παρουσίας στον πολιτικό στίβο, και έμοιαζε ακατόρθωτο να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Συνιστά άλλωστε κοινή παραδοχή ότι ακόμη και χωρίς την άσκηση πιέσεων, η ΕΡΕ θα κέρδιζε τις εκλογές με μεγάλη διαφορά. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ