Οι συγκρίσεις και το 5% του Α.Ε.Π. για την Παιδεία.

του Αντώνη Αντωνάκου

Προέδρου της Ο.Λ.Μ.Ε.

 

Πριν από 25 χρόνια ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε πει ότι η νέα «μεγάλη ιδέα» για την Ελλάδα πρέπει να είναι να γίνει η χώρα μας πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο κέντρο παιδείας και πολιτισμού. Με  την θέση του αυτή αποδείκνυε για μια ακόμα φορά την δυνατότητα που είχε να οραματίζεται το μέλλον με ρεαλισμό και υπευθυνότητα. Μετά 22 χρόνια η σύνοδος της Λισσαβόνας καθόρισε σαν βασικό στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καταστεί η Ευρωπαϊκή Οικονομία η πιο ανταγωνιστική οικονομία της γνώσης. Με την απόφαση της αυτή η Ευρώπη έδειξε να κατανοεί την καθοριστική σημασία πού έχει η γνώση και η επακόλουθη ανάπτυξη της έρευνας και της τεχνολογικής καινοτομίας στην οικονομική ανάπτυξη στο σημερινό τοπίο της με ραγδαίους ρυθμούς αναπτυσσόμενης παγκοσμιοποιημένης αγοράς.

Αυτήν εν τέλει την προτεραιότητα στην επένδυση στην εκπαίδευση την έχει ενστερνισθεί εδώ και μερικές δεκαετίες η Ελληνική οικογένεια, ίσως από ένστικτο, γι’ αυτό επενδύει και από το υστέρημα της για την μόρφωση των παιδιών της. Καθίσταται δε αυτή η οικονομική θυσία αναγκαία λόγω της αδιαφορίας της Πολιτείας η οποία κρατά καθηλωμένες τις δαπάνες του κράτους στο 3,5% του Α.Ε.Π., (την ίδια στιγμή που πακτωλοί χρημάτων διασπαθίζονται σε αμαρτωλές συμβάσεις προμηθειών και δημοσίων έργων), όταν οι αντίστοιχες δαπάνες τόσο στην Ε.Ε. όσο και στις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α. ξεπερνούν το 5%. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ιρλανδία η οποία αποκαλείται και τίγρης της Ευρώπης λόγω των ρυθμών ανάπτυξης της, οι οποίοι είναι διπλάσιοι των Ελληνικών, επενδύει στην εκπαίδευση και την έρευνα το 43% του 3ου Ε.Π.Ε.Α.Ε.Κ. όταν εμείς διαθέτουμε περίπου το 10-12%.

Είναι εύκολα κατανοητό λοιπόν γιατί η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που έχει ακόμα σχολεία σε δύο βάρδιες, γιατί είναι η μόνη χώρα που δεν υπάρχει εισαγωγική αλλά και δια βίου επιμόρφωση, γιατί ένας μεγάλος αριθμός βιβλίων είναι εντελώς αντιπαιδαγωγικά και ακατάλληλα, γιατί δεν υπάρχει ουσιαστική αντισταθμιστική εκπαίδευση με αποτέλεσμα το εκπαιδευτικό σύστημα αντί να συντελεί στην άρση των κοινωνικών ανισοτήτων αντίθετα συμβάλλει στην διατήρηση και την διεύρυνση τους. Είναι επίσης εύκολα κατανοητό γιατί περίπου 70000 Ελληνόπουλα φοιτούν σε πανεπιστήμια του Εξωτερικού και γιατί οι εκπαιδευτικοί είναι κάθε λίγο στους δρόμους διεκδικώντας περισσότερους διορισμούς, λιγότερους μαθητές στα τμήματα, ουσιαστικότερη βοήθεια στους μαθητές και καλύτερες αμοιβές και συνθήκες εργασίας για τους ίδιους.

Υπό αυτές τις συνθήκες η υιοθέτηση και η υλοποίηση του αιτήματος της εκπαιδευτικής κοινότητας για αύξηση των δαπανών για την παιδεία τουλάχιστον στο 5% του Α.Ε.Π. είναι επιτακτική και άμεση ανάγκη.

 

ΙΣΟΤΙΜΙΑ

 

24/25-01-2004