Του Αντώνη Αντωνάκου

Προέδρου της Ο.Λ.Μ.Ε.

Το 1976 η υποχρεωτική εκπαίδευση επεκτάθηκε από τα 6 στα 9 χρόνια. Στην ουσία ήταν μία από τις μεγαλύτερες αν όχι η μεγαλύτερη τομή στο εκπαιδευτικό μας σύστημα μετά την μεταπολίτευση. Η ρύθμιση αυτή ήταν ο βασικότερος παράγοντας που οδήγησε στη γενίκευση της εκπαίδευσης περιορίζοντας δραστικά τη μαθητική διαρροή μετά το Δημοτικό.

Οι ραγδαίες εξελίξεις στον τομέα των επιστημών και της τεχνολογίας και οι κοινωνικές μεταβολές που προκάλεσε η εφαρμογή τους απαιτούσαν - και σήμερα απαιτούν ακόμα περισσότερο - το γενικό μορφωτικό επίπεδο να αναβαθμισθεί ουσιαστικά. Είναι αυτός ο λόγος που επιβάλλει την καθολική εκπαίδευση των νέων και μας υποχρεώνει να εντείνουμε τις προσπάθειες μας για να εξαλειφθεί το φαινόμενο της μαθητικής διαρροής.

Η ΟΛΜΕ, τουλάχιστον εδώ και μία δεκαετία, αγωνίζεται για την επέκταση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης στα 12 χρόνια, γιατί θεωρούμε ότι αυτό θα συντελέσει σημαντικά στο δραστικό περιορισμό της μαθητικής διαρροής μετά το Γυμνάσιο.

Παρά το γεγονός ότι διάφοροι παράγοντες, κοινωνικοί και οικονομικοί κυρίως, αλλά και οι εξελίξεις στο εκπαιδευτικό σύστημα οδήγησαν το προηγούμενο διάστημα σε σημαντική, και μάλιστα συνεχή αύξηση  του ποσοστού των νέων που αποκτούσαν το απολυτήριο Λυκείου μέχρι το 1998, υπήρχε ακόμα ένα μεγάλο πλήθος νέων, που ξεπερνούσε το 20%,οι οποίοι δεν τελείωναν το Λύκειο, όπως υπήρχε και ένα μικρότερο ποσοστό που είτε δεν φοιτούσαν καθόλου είτε εγκατέλειπαν το Γυμνάσιο.

Η έλλειψη μέτρων για την τήρηση αυτής της «υποχρεωτικότητας» της εννεαετούς εκπαίδευσης, αλλά κυρίως η αδιαφορία της πολιτείας απέναντι στις οικογένειες με οικονομικά προβλήματα, το κλείσιμο πολλών σχολείων της περιφέρειας και η απουσία ουσιαστικής αντισταθμιστικής εκπαίδευσης είναι οι βασικές αιτίες για την ύπαρξη αυτού του φαινομένου.

Η επιβολή της «μεταρρύθμισης Αρσένη» το 1997 έδωσε νέες διαστάσεις στη μαθητική διαρροή αυξάνοντας την δραματικά τα χρόνια που ακολούθησαν την εφαρμογή του νέου συστήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τους 118.550 μαθητές που ενεγράφησαν στην πρώτη τάξη όλων των τύπων Λυκείου το σχολικό έτος 1997-1998, αποφοίτησαν μετά από τρία χρόνια, το 2000 (οπότε ολοκληρώθηκε για πρώτη φορά η εφαρμογή του νέου συστήματος),  από το Λύκειο και τα ΤΕΕ 84000 μαθητές. Δηλαδή το ποσοστό της διαρροής έφτασε το 30%.

Οι έντονοι αγώνες της εκπαιδευτικής κοινότητας και η γενικότερη αντίδρασή ανάγκασαν την κυβέρνηση να προχωρήσει σε ορισμένες αλλαγές (π,χ, επαναφορά του θεσμού των ανεξεταστέων, μη προσαρμογή του προφορικού βαθμού για προαγωγή και απόλυση, μείωση των γραπτώς εξεταζομένων μαθημάτων), οι οποίες οδήγησαν στη μείωση του προβλήματος, χωρίς ωστόσο η μαθητική διαρροή να πάψει να είναι ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά προβλήματα.

Ο αρχικός σχεδιασμός των ΤΕΕ ως σχολών μεταγυμνασιακής κατάρτισης και η έντονα ελλειμματική και προβληματική λειτουργία τους αντί να καλύψουν τον τομέα της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης συνέβαλαν στην εγκατάλειψη του σχολείου από μεγάλο μέρος των μαθητών.

Είναι αναγκαίο να προχωρήσει η κυβέρνηση σε ένα πλέγμα μέτρων τα οποία θα οδηγήσουν στον περιορισμό της μαθητικής διαρροής. Τα κυριότερα από τα μέτρα αυτά είναι η επέκταση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης στα 12 χρόνια, η λήψη μέτρων για την εφαρμογή της, η στήριξη των οικονομικά ανίσχυρων μαθητών, η αναβάθμιση της ΤΕΕ και η ισότιμη ένταξη της στη Λυκειακή βαθμίδα, η παροχή ουσιαστικής αντισταθμιστικής εκπαίδευσης στους μαθητές που υστερούν και η στήριξη των σχολείων στις απομακρυσμένες περιοχές, έστω και με ελάχιστο αριθμό μαθητών, στα πλαίσια μιας πολιτικής καθιέρωσης ζωνών εκπαιδευτικής προτεραιότητας.

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

 

8-09-2003