Συνέντευξη στη Μιλένα Μπαχαρνίκου.

Ο νέος πρόεδρος της Ο.Λ.Μ.Ε. και στέλεχος της φιλελεύθερης παράταξης Αντώνης Αντωνάκος μιλά για τη νέα εποχή στην παιδεία.

 

Νέα εποχή ξεκινά για την Ο.Λ.Μ.Ε. και την πορεία των εκπαιδευτικών όλης της χώρας, μετά την αλλαγή ηγεσίας και την ανάδειξη για πρώτη φορά υστέρα από πολλά χρόνια της ΔΑΚΕ στο προεδρείο της Ομοσπονδίας.

Η ανανέωση του προεδρείου της Ο.Λ.Μ.Ε., με την εκλογή του Αντώνη Αντωνάκου στη θέση του προέδρου, σηματοδοτεί μία νέα εποχή για την πορεία των εκπαιδευτικών πραγμάτων στη χώρα και θέτει τις βάσεις για την προώθηση των βασικών αιτημάτων του κλάδου με στόχο την πλήρη αναγνώριση του ρόλου και του έργου του εκπαιδευτικού.

Στην πρώτη αποκλειστική συνέντευξη που παρέθεσε στη «Χ» μετά την εκλογή του στη θέση του προέδρου ο Αντώνης Αντωνάκος, έδωσε έμφαση στην έντονη δραστηριότητα και το διεκδικητικό ρόλο της Ομοσπονδίας που έρχονται να διαδεχτούν την πολύχρονη στασιμότητα και αδράνεια στην οποία στηριζόταν η προηγούμενη ηγεσία, με δυσμενείς επιπτώσεις για τους εκπαιδευτικούς λειτουργούς όλης της χώρας.

Κ. Αντωνάκο, δημιουργήθηκε αίσθηση από την εκλογή σας στη θέση τον προέδρου και μάλιστα έπειτα από την πολύχρονη επικράτηση της Π.Α.Σ.Κ. στην ηγεσία της Ομοσπονδίας.

«Είναι γεγονός ότι υπήρχε ένα καθεστώς που ήθελε τον πρόεδρο να είναι πάντοτε από τη συγκεκριμένη παράταξη. Δεν υπήρξε ούτε μία φορά στο παρελθόν περίπτωση που η ΠΑΣΚ να διεκδίκησε τη θέση του προέδρου της ΟΛΜΕ και να μην την κατέλαβε. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα μετά τις κινητοποιήσεις των καθηγητών το 1997 και των καθηγητών το 1998, η αρνητική στάση της ηγεσίας είχε δημιουργήσει στην πλειοψηφία των συναδέλφων ένα έντονο αίτημα αλλαγής. Στην ωρίμανση αυτού του αιτήματος οφείλεται η εκλογή μου στη θέση του προέδρου της Ομοσπονδίας».

Ποια είναι τα προβλήματα που «κληρονομείτε» μαζί με την ανάληψη της ηγεσίας από την προηγούμενη αρχή;

«Τα τελευταία χρόνια υπήρξε μια μεγάλη στασιμότητα στην προώθηση της επίλυσης των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο κλάδος, με αποτέλεσμα να υπάρχει ένα εκτεταμένο αίσθημα απογοήτευσης, το οποίο οδηγεί τους συναδέλφους στην αποχή από τις συλλογικές διαδικασίες. Η οικονομική υποβάθμιση των καθηγητών, η κομματική χειραγώγηση των στελεχών της Εκπαίδευσης και η εργασιακή αβεβαιότητα, λόγω των πειραματισμών και της ρευστότητας που δημιούργησε η "εκπαιδευτική μεταρρύθμιση" το 1997, συνιστούν τα κύρια προβλήματα που απασχολούν σήμερα τους καθηγητές».

Ποιοι είναι λοιπόν οι στόχοι της νέας διοίκησης;

«Δεν θα επιτρέψουμε ο καθηγητής να χρησιμοποιείται ως αποδιοπομπαίος τράγος για να καλύψει τα ελλείμματα και την ανευθυνότητα της εκπαιδευτικής πολιτικής»

 

«Η νέα διοίκηση έχει τη φιλοδοξία να εκφράσει τις αγωνίες και να προωθήσει τα συμφέροντα όλων των συναδέλφων. Θέλουμε να γυρίσουμε σελίδα. Να βγούμε από τις πολιτικές και παραταξιακές περιχαρακώσεις και να αγωνιστούμε όλοι μαζί για την κοινωνική καταξίωση του κλάδου μας. Στόχος μας είναι να πούμε ένα αποφασιστικό «όχι» στην παράταση της οικονομικής μας υποβάθμισης. Θέλουμε να ζούμε με αξιοπρέπεια από το μισθό μας. Δεν θα επιτρέψουμε ο καθηγητής να χρησιμοποιείται ως αποδιοπομπαίος τράγος για να καλύψει τα ελλείμματα και την ανευθυνότητα της εκπαιδευτικής πολιτικής».

Ποια θεωρείτε ότι είναι τα κενά της εκπαιδευτικής πολιτικής σήμερα;

«Το ερώτημα είναι όχι ποια είναι τα κενά της εκπαιδευτικής πολιτικής, αλλά αν υπάρχει συγκροτημένη εκπαιδευτική πολιτική με στόχους και υπεύθυνο στρατηγικό σχεδιασμό.

Πριν από 6 χρόνια, υποτίθεται ότι υπήρξε μια τέτοια στρατηγική επιλογή, η οποία υλοποιήθηκε με τους Ν.2525 και Ν.2640. Τι έχει απομείνει σήμερα από την περιβόητη μεταρρύθμιση του κ. Αρσένη; Είναι γεγονός ότι εκείνη η πολιτική έχει αναιρεθεί στο μεγαλύτερο μέρος της και σε τέτοιο βαθμό, που ό,τι έχει απομείνει δεν μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί συγκροτημένη εκπαιδευτική πολιτική. Στο ερώτημα λοιπόν, ποια είναι τα μεγαλύτερα κενά, θα έλεγα ότι αυτά είναι τα κενά των εκπαιδευτικών και παιδαγωγικών στόχων και της στρατηγικής για την υλοποίησή τους. Επίσης, ένα μεγάλο πρόβλημα είναι η υστέρηση στη χρηματοδότηση της Εκπαίδευσης, αφού το ποσοστό του 3,5% του ΑΕΠ που διατίθεται από την κυβέρνηση, δεν ανταποκρίνεται ούτε στα διεθνή δεδομένα ούτε στις ανάγκες που έχει το Εκπαιδευτικό Σύστημα.

Ποιες είναι οι προτεραιότητες που θα θέσετε από τη νέα σχολική χρονιά;

«Από την 1η Σεπτεμβρίου προχωράμε σε ένα εκτεταμένο πρόγραμμα περιοδικών και περιφερειακών συσκέψεων, με στόχο να ενημερώσουμε και να κινητοποιήσουμε τους συναδέλφους μας»

«Έχουμε ήδη αποφασίσει να προχωρήσουμε σε κάποια μέτρα και σε δραστηριότητες με βασικό στόχο να προβάλουμε τα αιτήματά μας και να διεκδικήσουμε λύσεις για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε. Ήδη, προωθούμε την καταγραφή των οικονομικών μας αιτημάτων και έχουμε ζητήσει συναντήσεις με τους αρμόδιους υπουργούς, προκειμένου να προωθήσουμε την ικανοποίησή τους. Παράλληλα, επειδή η κυβέρνηση διαμορφώνει - σύμφωνα με τα δεδομένα που έχουμε μέχρι τώρα - την εισοδηματική της πολιτική με τρόπο που φαίνεται να μην μας ικανοποιεί, αποφασίσαμε από την 1η Σεπτεμβρίου ένα εκτεταμένο πρόγραμμα περιοδικών και περιφερειακών συσκέψεων, με στόχο να ενημερώσουμε και να κινητοποιήσουμε τους συναδέλφους μας. Είμαστε ακόμα αποφασισμένοι να διεκδικήσουμε τη βελτίωση των όρων λειτουργίας του Εκπαιδευτικού Συστήματος με τη μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα, την έγκαιρη κάλυψη των κενών σε εκπαιδευτικό προσωπικό με μόνιμους διορισμούς και να αποτρέψουμε την προσπάθεια κομματικής χειραγώγησης των σχολείων μέσα από το ελεγχόμενο στελεχιακό δυναμικό.

Μιλήσατε προηγουμένως για υποχρηματοδότηοη της Εκπαίδευσης, έλλειψη στόχων και για οικονομική υποβάθμιση των καθηγητών. Ποια είναι η στρατηγική' της Ομοσπονδίας στην προώθηση της επίλυσης των παραπάνω προβλημάτων;

«Βασικό μας αίτημα είναι η αύξηση των δαπανών για την Εκπαίδευση, τουλάχιστον στο 5% του ΑΕΠ»

«Καταρχήν, να αναφερθώ στο οικονομικό κομμάτι της ερώτησης. Είναι γνωστό ότι όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και του ΟΟΣΑ, διαθέτουν κατά μέσο όρο ποσοστό μεγαλύτερο του 5 % του ΑΕΠ για την Εκπαίδευση, την ώρα που η χώρα μας διαθέτει μόνο το 3,5%. Αποτελεί λοιπόν βασικό μας αίτημα η αύξηση tow δαπανών για την Εκπαίδευση τουλάχιστον στο 5% του ΑΕΠ. Εξάλλου, κατ" επανάληψη η κυβέρνηση έχει μιλήσει για τη σύγκλιση με τις άλλες χώρες της Ε.Ε. Δεν μπορεί η σύγκλιση να αποτελεί ένα ρητορικό σχήμα, μια λέξη κενή περιεχομένου, ένα "άδειο πουκάμισο". Αυτό δεν μπορεί παρά να αφορά και τους μισθούς των καθηγητών. Για να γίνει κατανοητή η διαφορά που μας χωρίζει από τους συναδέλφους μας στην Ευρώπη, αρκεί να αναφέρω ότι οι αποδοχές ενός καθηγητή με 15 χρόνια υπηρεσίας στην Ελλάδα είναι 1.200 ευρώ περίπου, όταν στη Γερμανία είναι πάνω από 3.000 ευρώ.

Το πρόσφατο συνέδριο μας καθόρισε ως βασικό οικονομικό την αύξηση των αποδοχών' του καθηγητή κατά 25%».

Εκπαιδευτικοί στόχοι

«Ζητάμε την κατάργηση των Γενικών Εξετάσεων τόσο στη Β' όσο και στη Γ Λυκείου.»

«Όσον αφορά στους εκπαιδευτικούς στόχους, πιστεύουμε ότι τα τελευταία χρόνια υπήρξε μια πολιτική που οδηγούσε στην πρόωρη κατάρτιση, η οποία εξανάγκασε πολλούς μαθητές να εγκαταλείψουν το σχολείο. Η πολιτική αυτή μάς βρίσκει τελείως αντίθετους. Πιστεύουμε ότι στις σημερινές συνθήκες είναι ιδιαίτερα έντονη η αναγκαιότητα να ενισχυθεί στο σχολείο ο τομέας της γενικής μόρφωσης και της αγωγής γιατί μόνο αυτοί δημιουργούν τις προϋποθέσεις για ευτυχισμένους και δημιουργικούς πολίτες:

Υποστηρίζουμε την αυτονομία του Λυκείου και σε επίπεδο μορφωτικών στόχων και σε επίπεδο διαδικασιών για την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Ζητάμε την κατάργηση των Γενικών Εξετάσεων τόσο στη Β' όσο και στη Γ' Λυκείου».

Έπειτα από όλα τα παραπάνω, πώς διαμορφώνεται το μήνυμα της νέας Διοίκησης της Ομοσπονδίας;

«Το μήνυμα της νέας Διοίκησης συνοψίζεται στο εξής τρίπτυχο: η συλλογικότητα στην οργάνωση και τη δράση είναι μια απόλυτη αναγκαιότητα την οποία οφείλουμε όλοι να υπηρετούμε. Η συμμετοχή στις διαδικασίες είναι μια δημοκρατική υποχρέωση που οφείλουμε να διδάσκουμε στους μαθητές μας και να την έχουμε ως προσωπικό μας βίωμα. Η σύνθεση των απόψεων αποτελεί την ουσιαστική προϋπόθεση της συλλογικότητας και καθορίζει τη δύναμη με την οποία κάθε κοινωνική ομάδα προβάλλει και διεκδικεί τα αιτήματά της».

Η ΧΩΡΑ

 

21-07-2003